Η πρώτη εντύπωση που
επηρεάζει τον θεατή των έργων του Έλληνα καλλιτέχνη Γιώργου Ηλιάδη είναι ένα
έντονο σουρεαλιστικό ύφος, με μια μεταφυσική φόρτιση, που υποδεικνύει η
βαθύτατη γνώση αυτών των κινημάτων, που παίζουν ένα ουσιώδους σημασίας ρόλο
στην τέχνη του 20ου αιώνα.
Σαν ζωγράφος μιας
μεσογειακής χώρας, στα έργα του διακρίνεται μια έξοχη φωτεινότητα και σχέδιο
συνοπτικό και ταυτόχρονα λεπτομερές. Βλέπουμε τη νοσταλγία στους αρχαίους
πολιτισμούς, στο μυθολογικό κόσμο, που έχει προσφέρει τόσες ιδέες στους καλλιτέχνες
κατά τη διάρκεια των αιώνων.
Στα έργα του παρατηρούμε δύο
διαφορετικές κατευθύνσεις: μια γεμάτη με
κλασικές προτάσεις, όπως για παράδειγμα ο όμορφος πίνακας «Η Ηχώ της Ατλαντίδας
Μούσας», ή ο μεγαλοπρεπής Πήγασος, ανάμεσα στον Παρθενώνα και το βουνό Όλυμπο,
συμβολισμός της δημιουργίας του νου και συγκεκριμένα της ποίησης.
Σ’ αυτά τα
έργα και σε άλλα με αυτό το χαρακτήρα η ζωγραφική βρίσκει τη νοσταλγία του αρχαίου,
εξυψώνει τα όνειρα και το μυστήριο των εμφανίσεων. Όπως έλεγε ο Apollinaire «η ζωγραφική είναι η ολική αντιπροσώπευση των
πνευματικών απαιτήσεων στην πλαστική ακρότητα και εκφράζει το φαντασμαγορικό
των πραγμάτων και την ειρωνεία» και συγκεκριμένα ειρωνικά προβάλλουν τα κόκκινα παπούτσια με τακούνι δίπλα σ’ ένα
θηλυκό κένταυρο μισό γυναίκα και μισό άλογο με μια αρκετά αισθητή ερωτική
έννοια.
Από τα υπόλοιπα των έργων του είναι παρών, σχεδόν ολοκληρωτικά, ο ονειρικός και παραλλασσόμενος κόσμος τύπου “Dalidiano” στον οποίο αφήνει να ξεφεύγει ελεύθερα η φαντασία με ένα φυσικό τρόπο, έχοντας σαν αποτέλεσμα μια «μαγική υπαγόρευση», σαν να βασίζεται σε διάφορα πειράματα που αφήνουν να τρέχει ο νους, με σκοπό αυτή η δημιουργική δύναμη να σε μεταφέρει στο κόσμο του υποσυνείδητου. Σε αυτές τις ζωγραφικές εικόνες βλέπουμε μια καθολική απελευθέρωση του πνεύματος και κάθε τι παρόμοιου. Είναι σαν όνειρα που αποδεσμεύουν πνευματικές προτάσεις των κόσμων του παραλόγου. Φαίνεται σαν να βλέπει με το βλέμμα του ανθρώπου που πιστεύει ότι ο οικείος σκελετός αυτών των πραγμάτων, που για όλους εμάς είναι νεκρά επειδή είναι ακίνητα, μοιάζει να δίνει στην όψη τη πιο παρηγορική της μορφή: την όψη του αθάνατου.
JOSE LADA BRAVO
Πτυχιούχος
Ιστορίας της Τέχνης του
Πανεπιστημίου COMPLUTENSE της Μαδρίτης
Κριτικός της Τέχνης